Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Review - Dead Rising 2

Επιστροφή στο “Braindead” των βιντεοπαιχνιδιών

Ένας από τους τίτλους που κατάφερε να τραβήξει το ενδιαφέρον του κοινού στον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας του Xbox 360 ήταν το Dead Rising. Η δημιουργία της Capcom σίγουρα δε διεκδικούσε βραβεία, ωστόσο, πρόσφερε μία εξαιρετικά διασκεδαστική εμπειρία, δικαιολογώντας παράλληλα την ύπαρξή της στο –τότε- σύστημα νέας γενιάς. Δανειζόμενο έντονα από το Dawn of the Dead του Romero, το Dead Rising αποτελούσε μία διακωμώδηση του υποείδους των horror τίτλων όπου αντιμετωπίζουμε ζόμπι. Απεικονίζοντας έναν εντυπωσιακά τεράστιο αριθμό από νεκροζώντανους στην οθόνη και παρέχοντάς μας πληθώρα αντικειμένων για την εξόντωσή τους, το εν λόγω παιχνίδι πρόσφερε μία απολαυστική εμπειρία, παρά τα διάφορα σημαντικά σχεδιαστικά προβλήματα.

Έπειτα από το μεγάλο διάστημα των τεσσάρων χρόνων, η Capcom έρχεται να μας προσφέρει το πρώτο sequel του επιτυχημένου νέου IP της. Αυτή τη φορά, ωστόσο, τα ηνία έχει αναλάβει η καναδική εταιρία Blue Castle Games (The Bigs) αντί για την εσωτερική ομάδα ανάπτυξης της ιαπωνικής εταιρίας που ήταν υπεύθυνη για την ανάπτυξη του πρώτου τίτλου.

Τι καλύτερο (ή χειρότερο) αποτέλεσμα θα βλέπαμε αν δεν είχε αλλάξει χέρια η παρούσα δημιουργία εννοείται πως δεν μπορούμε να γνωρίζουμε. Εντούτοις, έπειτα από την πολύωρη ενασχόλησή μας με το πόνημα της Blue Castle, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι αποτελεί ένα απόλυτα πιστό sequel του πρωτογενούς υλικού. Σίγουρα αυτή η πληροφορία θα ανακουφίσει σε πρώτη ανάγνωση τους “οπαδούς” του Dead Rising –ένας εκ των οποίων είναι και ο υπογράφων. Δυστυχώς, όμως, παρά τις κάποιες σημαντικές βελτιώσεις και προσθήκες που εντοπίσαμε, δεν αργήσαμε να διαπιστώσουμε ότι ο δανεισμός των στοιχείων και οι ομοιότητες με το πρώτο μέρος φτάνουν στα όρια της υπερβολής, ζημιώνοντας σημαντικά τη συνολική εμπειρία.
Άγχος για την κόρη και ποδόσφαιρο με κεφάλια από ζόμπι…
Αφήνοντας πίσω το δημοσιογράφο Frank West, παίρνουμε τον έλεγχο του Chuck Green, με τα γεγονότα να μας μεταφέρουν πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της επιδημίας των ζόμπι στο εμπορικό κέντρο του πρώτου Dead Rising. Το νέο αυτό ήρωα μπορέσαμε να τον γνωρίσουμε πρόσφατα μέσω του prequel ονόματι Dead Rising: Case Zero. Έχοντας καταφέρει πλέον να φύγει από το Steel Creek με την κόρη του Katy, βρίσκουμε πλέον και τους δύο στη φανταστική Fortune City, η οποία αποτελεί μία πόλη αφιερωμένη στα τυχερά παιχνίδια.

Καθημερινώς, ο Chuck πρέπει να παρέχει στην κόρη του το Zombrex, το μοναδικό φάρμακο που μπορεί να αναστείλει την μετατροπή της σε ζόμπι. Προκειμένου να αποκτά τα απαραίτητα χρήματα για την αγορά αυτού του φαρμάκου, o πρωταγωνιστής αναγκάζεται να παίρνει μέρος στο άθλημα Terror Is Reality, όπου έχει τα απαραίτητα προσόντα για να συμμετάσχει, όντας πρώην πρωταθλητής αγώνων motocross. Σε αυτό το σόου, τέσσερις αγωνιζόμενοι καλούνται να οδηγήσουν μηχανές εξοπλισμένες με αλυσοπρίονα, έχοντας ως σκοπό την εξόντωση ζόμπι για πόντους. Όπως είναι φυσικό, βέβαια, κάτι θα πάει στραβά και τα περιορισμένα ζόμπι θα βρουν για άλλη μία φορά το δρόμο τους ώστε να σπείρουν τον πανικό και τον ιό τους στους ανθρώπους της πόλης.

Έχοντας εγκλωβιστεί με ορισμένους επιζώντες στον ασφαλή χώρο ενός κτιρίου, ο Chuck σύντομα θα ενοχοποιηθεί αδίκως -μέσω υλικού μιας κάμερας- για την εκούσια πρόκληση της δημιουργίας αυτής της νέας καταστροφής. Το σενάριο, λοιπόν, περιστρέφεται γύρω από τις προσπάθειές του για την εύρεση στοιχείων του πραγματικού υπεύθυνου. Ο στόχος αυτός πρέπει να επιτευχθεί εντός 72 ωρών, όχι βέβαια πραγματικού χρόνου, με τη λήξη των οποίων θα εμφανιστεί η στρατιωτική βοήθεια για τη διάσωσή τους. Παράλληλα, θα πρέπει να βρίσκει Zombrex για την καθημερινή δόση της Katy.

Το σενάριο μπορεί να διατηρεί το ενδιαφέρον του παίκτη ως το τέλος, χωρίς να αποτελεί βέβαια κάτι το ιδιαίτερο, αλλά σε γενικές γραμμές είναι πέραν του δεόντως σοβαροφανές και δείχνει έντονα ότι βρίσκεται σε αντίθεση με το χιουμοριστικό και καρτουνίστικο ύφος του gameplay. Το σίγουρο είναι πως όταν το παιχνίδι μας ωθεί στη μαζική εξόντωση των ζόμπι με κάθε λογής παρανοϊκό τρόπο, είναι δύσκολο να αισθανθούμε τη σοβαρότητα της κατάστασης του Chuck και της κόρης του, δημιουργώντας μας τελικά την αίσθηση πως οι cut scenes και το gameplay αποτελούν δύο αποκομμένους τομείς.

Επιπροσθέτως, το γεγονός πως ο Chuck παρουσιάζεται στις cut scenes με θεότρελα ρούχα που μπορεί να του έχουμε φορέσει από τα διάφορα μαγαζιά, δε βοηθάει στη σοβαρή παρακολούθησή τους. Αρκεί να δείτε τον Chuck να μιλάει τρυφερά στην κόρη του ντυμένος με γυναικεία μίνι σύνολα ή δερμάτινα κολλητά και άκρως αποκαλυπτικά ρούχα για να καταλάβετε τι ακριβώς εννοούμε.
Χίλιοι και ένας τρόποι για να σκοτώσετε ένα ζόμπι 
Δεδομένου ότι η δράση λαμβάνει χώρα στη Fortune City ήταν λογικό να πιστεύουμε ότι πλέον θα περιφερόμαστε σε μία πόλη, και ως εκ τούτου, σε περισσότερο ανοικτά περιβάλλοντα από αυτά ενός εμπορικού κέντρου. Δυστυχώς, δεν χρειάστηκε παρά ελάχιστη ώρα για να διαπιστώσουμε ότι η δομή του χάρτη είναι πανομοιότυπη με αυτή του πρώτου Dead Rising. Ένας κεντρικός υπαίθριος χώρος που περικλείεται από κλειστούς μεγάλου χώρους, όπου στεγάζεται πληθώρα καταστημάτων αλλά και ένα υπόγειο δίκτυο που ενώνει πολλά από αυτά αποτελεί τελικά ένα μέρος, που παρόμοιό του κάπου έχουμε ξαναδεί... Ουσιαστικά, η κύρια διαφοροποίηση με το εμπορικό κέντρο του πρώτου μέρους εντοπίζεται στην ύπαρξη ορισμένων χώρων γεμάτων με τυχερά παιχνίδια, τα οποία δείχνουν να βρίσκονται εκεί για να μας θυμίζουν πως είμαστε σε μία τοποθεσία εμπνευσμένη από το Las Vegas.

Τουλάχιστον, οι τρόποι με τους οποίους εξοντώνουμε τα ζόμπι έχουν αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό, προσφέροντας εξαιρετικά ευφάνταστους τρόπους για την κατακρεούργησή τους. Σημαντικότερη προσθήκη σε αυτόν τον τομέα αποτελεί το νεοεισερχόμενο στοιχείο των combo weapons. Αυτά αποτελούν όπλα που μπορούμε να φτιάξουμε συνδυάζοντας δύο αντικείμενα.

Μπορεί όλα τα αντικείμενα να μην είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για συνδυασμούς, ωστόσο, η συντριπτική τους πλειοψηφία αποτελεί υλικό για πειραματισμούς. Ο αριθμός των όπλων που μπορούμε να κατασκευάσουμε είναι πραγματικά εντυπωσιακός ενώ η φαντασία και η όρεξη που έβαλαν οι δημιουργοί σε αυτά είναι έκδηλη. Συνδυάζοντας, λοιπόν, μία τσουγκράνα με μία καραμπίνα θα πάρουμε το “Boomstick”, τα γάντια του μποξ με μαχαίρια μπορούν να μας δώσουν την αίσθηση των λεπίδων του Wolverine, ενώ ενώνοντας ένα αλυσοπρίονο στην κάθε άκρη ενός κουπιού από κανό, θα αποκτήσουμε ένα πανίσχυρο εργαλείο για τη δημιουργία μακελειού.

Η εξόντωση των ζόμπι με τη χρήση αυτών των όπλων είναι εξαιρετικά απολαυστική και αποτελεί μία ορθή προσθήκη που συνάδει απόλυτα με το ύφος του τίτλου. Όπως είναι φυσικό, το στοιχείο της βίας διακατέχει το Dead Rising 2 καθώς τα ζόμπι έχουν την τάση να χάνουν τα μέλη τους εύκολα και αναλόγως πάντα με το όπλο που τα χτυπάμε, δημιουργώντας στην κυριολεξία λίμνες αίματος.

Όπως και στο πρώτο Dead Rising, έτσι και εδώ θα βρεθούμε αντιμέτωποι αρκετές φορές με διάφορους “ψυχοπαθείς” (όπως τους ονομάζει άλλωστε το παιχνίδι), οι οποίοι έχασαν εντελώς τα λογικά τους με τον ερχομό των ζόμπι. Ένας μάγειρας που προσπαθεί να φτιάξει το υπέρτατο έδεσμα με τη χρήση ανθρώπινων μελών, ένας πωλητής με στολή μασκότ που θεωρεί τον Chuck ως υπεύθυνο για το θάνατο μίας άλλης μασκότ, και πολλοί άλλοι βρίσκονται σε διάφορα μέρη του εμπορικ...της πόλης για την προαιρετική εξουδετέρωσή τους. Η αντιμετώπισή τους απαιτεί διαφορετικές τακτικές, προσφέροντας τελικά ένα ευχάριστο διάλειμμα από το ατέλειωτο μακέλλεμα των ζόμπι.
Σώζοντας τον πληθυσμό της Fortune City 
Άλλο ένα στοιχείο που επιστρέφει πανομοιότυπο από το προηγούμενο Dead Rising, εντοπίζεται στα αυστηρά χρονικά περιθώρια που έχουμε για την εκπλήρωση των κύριων και δευτερευόντων αποστολών. Εν ολίγοις, ένα ρολόι χρονομετρεί συνεχώς κατά τη διάρκεια των 72 εικονικών ωρών, απαιτώντας από εμάς να εκπληρώσουμε την κάθε αποστολή εντός συγκεκριμένου χρόνου, προτού θεωρηθεί ότι θα οδηγηθούμε στην οθόνη "game over" (σε περίπτωση που η αποστολή είναι κύρια βέβαια).

Ευτύχημα είναι ότι αυτά τα χρονικά όρια είναι μεγαλύτερα σε σχέση με το πρώτο μέρος της σειράς, καταφέρνοντας τελικά να δημιουργούν ένα αίσθημα έντασης, χωρίς ωστόσο να προκαλούν εκνευρισμό ή να μας ωθούν στο αγχώδες τρέξιμο μεταξύ τοποθεσιών. Ο μηχανισμός αυτός, λοιπόν, λειτουργεί σωστά στο sequel καθώς πολύ δύσκολα θα βρεθείτε σε σημείο όπου δε θα έχετε ώρα για να ολοκληρώσετε τις διάφορες ταυτόχρονες αποστολές. Παράλληλα, διατηρεί ένα συνεχές ρυθμό στη δράση και στην εξέλιξη της υπόθεσης.

Το ίδιο το περιεχόμενο των αποστολών παρουσιάζει μηδαμινή ποικιλία. Στην πλειοψηφία των δευτερευόντων αποστολών θα κληθούμε να φέρουμε διασκορπισμένους επιζώντες πίσω στο safe house, προσφέροντας ελάχιστες διαφοροποιήσεις στον τρόπο εκπλήρωσής τους. Κάποιοι από αυτούς θα θέλουν να τους παραδώσουμε ένα αντικείμενο ή να τους δώσουμε λεφτά για να μας ακολουθήσουν και άλλους θα χρειαστεί να τους κουβαλήσουμε. Όμως, αυτές οι αλλαγές της “συνταγής” δεν καταφέρνουν τελικά να μετριάσουν την έντονη επανάληψη. Η επιβράβευσή μας, ωστόσο, με την απόκτηση των πολύτιμων Prestige Points (ή experience points αν προτιμάτε) είναι ιδιαίτερα αναγκαία για την άνοδο level. Ανεβαίνοντας levels, αποκτούμε μεγαλύτερη ενέργεια, χώρο για αντικείμενα, και κινήσεις που μπορούμε να εκτελέσουμε, δίνοντας πολύ εύστοχα την αίσθηση της ενδυνάμωσης του χαρακτήρα μας.
Τεχνικός τομέας: αυτό το παιχνίδι δεν το είδα πριν τέσσερα χρόνια; 
Περνώντας στα του τεχνικού τομέα, βλέπουμε ότι η Blue Castle Games φαίνεται πως αρκέστηκε στην απλή “αντιγραφή” της μηχανής γραφικών του αρχικού τίτλου, καθώς το αποτέλεσμα επί της οθόνης είναι πανομοιότυπο με αυτό του Dead Rising.

Τα γραφικά δείχνουν στην καλύτερη περίπτωση μέτρια, έχοντας ως μόνη σανίδα σωτηρίας τον εντυπωσιακά τεράστιο αριθμό από ζόμπι που εμφανίζονται ταυτόχρονα στην οθόνη μας. Εξαιρετικά αρνητικό στοιχείο αποτελούν οι συνεχείς εικόνες φόρτωσης, οι οποίες χωρίζουν το χάρτη σε μικρούς χώρους, οδηγώντας μας στην προβολή μίας στατικής εικόνας κάθε φορά που περνάμε σε άλλη περιοχή την οποία κοιτάμε για τουλάχιστον 20 δευτερόλεπτα. Πραγματικά ανεξήγητα είναι και τα loadings μεταξύ των cut scenes, ακόμα και όταν εξελίσσονται στο ίδιο περιβάλλον, τη στιγμή που στα περισσότερα παιχνίδια αυτής της γενιάς, σκηνές σαν αυτές χρησιμοποιούνται για να “κρύψουν” κάποιο loading.

Εκτός των παραπάνω προβλημάτων, άλλο ένα που επιστρέφει αφορά στην έλλειψη των checkpoints. Μπορεί τα save points που βρίσκονται αποκλειστικά στις διάσπαρτες τουαλέτες να είναι περισσότερα από αυτά του πρώτου μέρους (και να προστέθηκαν τρια slots για αποθήκευση), όμως, δεν είναι λίγες οι φορές που χρειάστηκε να κάνουμε loading από κάποιο απομακρυσμένο σημείο, γεγονός που προκαλεί εκνευρισμό και την έντονη επιθυμία για το...σπάσιμο του χειριστηρίου.

Ολοκληρώνοντας, πρέπει να αναφέρουμε ότι υπάρχει και η καλοδεχούμενη δυνατότητα για online co-op στο story mode αλλά και για multiplayer στο υπο-παιχνίδι Terror In Reality.
Εν κατακλείδι, το Dead Rising 2 αποτελεί ένα sequel που ακολουθεί κατά γράμμα τη “συνταγή” του πρώτου, δικαιολογώντας δύσκολα την προσθήκη του αριθμητικού ψηφίου "2" στον τίτλο του. Μπορεί μέσα σε αυτήν την αντιγραφή των στοιχείων του πρώτου να υπάρχουν αρκετά θετικά στοιχεία, ωστόσο, έπειτα από τέσσερα χρόνια, τα αντίστοιχα αρνητικά τείνουν να είναι πιο έντονα ενώ η προσθήκη των combo weapons, αν και εξαιρετική, σίγουρα δεν είναι αρκετή για να χαρίσει μια εντελώς "φρέσκια" εμπειρία.

Από την άλλη, το βέβαιο είναι ότι όσοι αγάπησαν το πρώτο Dead Rising, θα βρουν την περιπέτεια του Chuck Greene ως μία τουλάχιστον διασκεδαστική εμπειρία αλλά και ευκαιρία για...“θεραπευτικές” δόσεις καρτουνίστικης βίας.

Reviewer: Νικόλας Μαρκόγλου

ProΘετικά

  • Η προσθήκη της πληθώρας των combo weapons
  • Ο διαμελισμός των ζόμπι παραμένει διασκεδαστικός
  • Μεγάλη διάρκεια
  • Επιτέλους, τρία slots για αποθήκευση

ConsΑρνητικά

  • Πολλές και μεγάλης διάρκειας οθόνες loading
  • Παρωχημένος τεχνικός τομέας
  • Ελάχιστη εξέλιξη σε σχέση με το πρώτο Dead Rising
 
 Βαθμολογία: IGN: 8/10, Gameover: 7/10, Eurogamer: 8/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου